Η οστεοπόρωση χαρακτηρίζεται από χαμηλή οστική μάζα και διαταραχή της μικροαρχιτεκτονικής δομής των οστών, με αποτέλεσμα τα οστά να γίνονται εύθραυστα και να αυξάνεται ο κίνδυνος κατάγματος. Προκαλούνται έτσι εύκολα κατάγματα μετά από πτώσεις από μικρό ύψος, συνήθως κατάγματα ισχίου, σπονδυλικής στήλης και καρπού.

Η οστεοπόρωση προσβάλλει εκατομμύρια άνδρες και γυναίκες παγκοσμίως. Ονομάζεται και σιωπηλή νόσος των οστών, καθώς στα 2/3 των ασθενών δεν υπάρχουν συμπτώματα, γι’ αυτό και απαιτεί πρόληψη κι επαγρύπνιση. Μία στις τρεις γυναίκες μετά την  εμμηνόπαυση και ένας στους πέντε άντρες άνω των 50 ετών πάσχουν από οστεοπόρωση. Τα κατάγματα στους οστεοπορωτικούς ασθενείς έχουν σημαντική επίπτωση στην ποιότητα ζωής αυτών των ασθενών και μειώνουν το προσδόκιμο επιβίωσης τους. Έχει υπολογιστεί ότι ο κίνδυνος οστεοπορωτικού κατάγματος στις γυναίκες ηλικίας 50 ετών και πάνω είναι 40-50%, ενώ στους άνδρες είναι 15-20%.

 

ΤΑΞΙΝΟΜΗΣΗ ΟΣΤΕΟΠΟΡΩΣΗΣ

Η οστεοπόρωση διακρίνεται σε:

  • Πρωτοπαθής οστεοπόρωση
  • Μετεμμηνοπαυσιακή οστεοπόρωση
  • Οστεοπόρωση των ηλικιωμένων ή γεροντική οστεοπόρωση
  • Δευτεροπαθής (σχετιζόμενη με μεταβολικά νοσήματα και λήψη φαρμάκων, όπως χρόνια λήψη κορτιζόνης, αντιεπιληπτικά χάπια κ.α.)

Η πιο συχνή μορφή οστεοπόρωσης είναι με διαφορά η μετεμμηνοπαυσιακή. Eμφανίζεται σε γυναίκες μετά την εμμηνόπαυση και σχετίζεται με τη μειωμένη παραγωγή οιστρογόνων, που φυσιολογικά παρατηρείται σε αυτή την ηλικία.

H γεροντική οστεοπόρωση εμφανίζεται σε γυναίκες και άνδρες ηλικίας  ≥70 ετών. Φυσιολογικά οι άνδρες με γεροντική οστεοπόρωση, παρουσιάζουν μια ετήσια απώλεια οστικής μάζας της τάξης του 0.3%. Αντίθετα, οι μετεμμηνοπαυσιακές γυναίκες, τα πρώτα 10 έτη μετά την εμμηνόπαυση χάνουν οστό με ρυθμό 3% ετησίως. Το ποσοστό αυτό είναι 10πλάσιο του αντίστοιχου ποσού που χάνει ο άνδρας ίδιας ηλικίας. Με την παρέλευση δέκα ετών μετά την εμμηνόπαυση, αυτό αλλάζει και ο ρυθμός απώλειας πέφτει και στις γυναίκες, επιστρέφοντας σε ποσοστό παρόμοιο με τους άνδρες (δηλαδή 0.3% ετησίως).

ΕΠΙΔΗΜΙΟΛΟΓΙΑ

Η οστεοπόρωση εμφανίζεται συνήθως μετά την ηλικία των 50 ετών. Είναι πολύ συχνότερη στις γυναίκες από ότι στους άνδρες, ενώ η συχνότητά της αυξάνεται με την πρόοδο της ηλικίας. Στη χώρα μας προσβάλλει περίπου το 30% των γυναικών και το 17% των ανδρών ηλικίας ≥ 50 ετών. Πολλές γυναίκες που έχουν οστεοπόρωση (σε ποσοστό περίπου 75%) δεν το γνωρίζουν. Το γεγονός αυτό αναδεικνύει την ανάγκη για την ενημέρωση του κοινού, και ιδιαίτερα των γυναικών, σχετικά με το σημαντικό ρόλο της έγκαιρης διάγνωσης της οστεοπόρωσης, όσο και της εφαρμογής μέτρων πρόληψης και θεραπείας της.

 

ΑΙΤΙΟΠΑΘΟΓΕΝΕΙΑ

Δύο παράγοντες παίζουν σημαντικό ρόλο στην ανάπτυξη της οστεοπόρωσης:

  • Το χαμηλό επίπεδο της κορυφαίας οστικής μάζας που αποκτά ένα άτομο στην ηλικία των 25 περίπου ετών.
  • Η αυξημένη οστική απώλεια που μπορεί να συμβεί μετά την ηλικία των 50 ετών.

Φυσιολογικά, μέχρι την ηλικία περίπου των 25 ετών η οστική μάζα αυξάνεται συνεχώς με έναν ρυθμό που είναι υψηλότερος στους άνδρες από ότι είναι στις γυναίκες. Στην ηλικία των 25 ετών φθάνει στο μέγιστο επίπεδό της (κορυφαία οστική μάζα). Στα επόμενα 20 περίπου χρόνια η οστική μάζα παραμένει σταθερή. Μετά την ηλικία όμως των 45 ετών η εικόνα αρχίζει να αναστρέφεται. Η οστική απορρόφηση γίνεται μεγαλύτερη από την οστική παραγωγή. Μάλιστα, αυτό συμβαίνει με μεγαλύτερο βαθμό (3%) στις γυναίκες από ότι στους άνδρες. Αυτό οφείλεται στη μειωμένη παραγωγή των οιστρογόνων. Έτσι το αποτέλεσμα είναι μια “φυσιολογική”  οστική απώλεια. Στους άνδρες αυτή η  “φυσιολογική” οστική απώλεια είναι μικρότερου βαθμού (0.3%). Μετά την ηλικία των 70 ετών, η “φυσιολογική” ετήσια οστική απώλεια είναι στο ίδιο επίπεδο σε άνδρες και γυναίκες (0.3%).

 

ΠΑΡΑΓΟΝΤΕΣ ΚΙΝΔΥΝΟΥ

  • Γενετικοί παράγοντες
  • Ηλικία > 50 ετών
  • Εμμηνόπαυση / υστερεκτομή
  • Συνεχής λήψη κορτιζόνης (> 3 μήνες)
  • Πρόωρη εμμηνόπαυση (<45 ετών)
  • Αμηνόρροια διάρκειας > 1 χρόνο
  • Διατροφή φτωχή σε ασβέστιο ή βιταμίνη D
  • Έλλειψη σωματικής άσκησης
  • Χαμηλό σωματικό βάρος
  • Κάπνισμα
  • Μεγάλη κατανάλωση αλκοόλ
  • Οικογενειακό ιστορικό οστεοπόρωσης
  • Ιστορικό κατάγματος στην μητέρα ή στον πατέρα (ιδίως κατάγματος ισχίου)

 

ΣΥΜΠΤΩΜΑΤΑ

Η οστεοπόρωση δεν παρουσιάζει συμπτώματα για μεγάλο χρονικό διάστημα («σιωπηρή νόσος»). Μπορεί να περάσουν χρόνια με συνεχή αλλοίωση της οστικής μάζας έως ότου εμφανιστεί το πρώτο σύμπτωμα που είναι το κάταγμα (συνήθως χαμηλής ενέργειας).

Οι συνηθέστερες εντοπίσεις των καταγμάτων είναι:

  • Στη σπονδυλική στήλη (40%)
  • Στο ισχίο (αυχένας μηριαίου) (20%)
  • Στην πηχεοκαρπική (20%)

Ασθενείς που έχουν υποστεί ένα οστεοπορωτικό κάταγμα έχουν αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης ενός επόμενου  κατάγματος κατά 86%. Τα σπονδυλικά κατάγματα συμβαίνοουν συχνά χωρίς να προηγηθεί τραυματισμός και αρκετές φορές δεν συνοδεύονται από πόνο στη ράχη ή τη μέση. Τα οστεοπορωτικά σπονδυλικά κατάγματα προοδευτικά μπορεί να οδηγήσουν σε απώλεια ύψους και κύφωση.

 

ΔΙΑΓΝΩΣΗ

Η διάγνωση της οστεοπόρωσης όταν έχει συμβεί κάταγμα είναι εύκολη και βασίζεται στο ιστορικό, την κλινική εξέταση, και τη μέτρηση της οστικής πυκνότητας. Η διάγνωση της οστεοπόρωσης στο προσυμπτωματικό στάδιο (δηλαδή πριν συμβεί το κάταγμα) μπορεί να γίνει με μέτρηση της οστικής πυκνότητας (Bone mineral density, g/cm2), για την οποία η πιο χρήσιμη και αξιόπιστη μέθοδος είναι η DEXA (Dual Energy X-ray Absorptiometry). Η μέτρηση της οστικής πυκνότητας DEXA γίνεται στην οσφυϊκή μοίρα της σπονδυλικής στήλης και στο ισχίο.

Ωστόσο, ο ορθοπαιδικός για να πραγματοποιήσει μια ολοκληρωμένη αποτίμηση του προβλήματος σε κάθε ασθενή πρέπει να χρησιμοποιήσει πιο σύνθετα μοντέλα αξιολόγησης του καταγματικού κινδύνου, τα οποία εκτός από την οστική πυκνότητα λαμβάνουν υπόψιν και τους υπόλοιπους παράγοντες κινδύνου (όπως το FRAX score της World Health Organization).

 

Πότε πρέπει να γίνεται η μέτρηση της οστικής πυκνότητας;

  • Σε όλες τις γυναίκες ≥ 65 ετών ανεξαρτήτως παραγόντων κινδύνου
  • Σε μετεμμηνοπαυσιακές γυναίκες < 65 ετών που έχουν επιπλέον της εμμηνόπαυσης έναν ή περισσότερους παράγοντες κινδύνου για οστεοπόρωση
  • Σε γυναίκες και άνδρες που λαμβάνουν ή προβλέπεται να λάβουν κορτιζόνη για μεγάλο χρονικό διάστημα (> 7.5mg για ≥ 3 μήνες)
  • Σε γυναίκες και άνδρες με ακτινολογική παραμόρφωση σπονδύλων.
  • Σε γυναίκες και άνδρες που έχουν υποστεί κάταγμα χαμηλής ενέργειας.
  • Σε γυναίκες και άνδρες που λαμβάνουν θεραπεία για οστεοπόρωση προκειμένου να γίνεται περιοδική αξιολόγηση του αποτελέσματος της εφαρμοζόμενης θεραπευτικής αγωγής.

 

Τι δείχνει η εξέταση της οστικής πυκνότητας για την οστεοπόρωση;

Η μέτρηση της οστικής πυκνότητας θα δείξει τις φυσιολογικές ή τις παθολογικές τιμές που μπορεί να υποδηλώνουν οστεοπόρωση. Είναι η μοναδική εξέταση που προσφέρει ασφαλή και πρώιμη διάγνωση της πάθησης. Όσο χαμηλότερη είναι η τιμή της οστικής πυκνότητας, τόσο αυξάνεται ο κίνδυνος κατάγματος. Η εξέταση θα φανερώσει πόσο εύθραυστα είναι τα οστά και θα εκτιμήσει τον κίνδυνο κατάγματος το επόμενο διάστημα, ενώ θα αξιολογήσει αν βελτιώνεται η οστική μάζα ή χειροτερεύει. Η εξέταση της οστικής πυκνότητας, επίσης, θα πρέπει να επαναλαμβάνεται κάθε ένα με δύο χρόνια, σε ασθενείς που βρίσκονται ήδη σε φαρμακευτική αγωγή.

 

Τι συμβαίνει όταν υπάρχει οστεοπενία και ποιες οι διαφορές με την οστεοπόρωση;

Αν έχετε οστεοπενία, αυτό σημαίνει ότι η οστική σας πυκνότητα είναι χαμηλή, αλλά όχι τόσο χαμηλή για να διαγνωστείτε με οστεοπόρωση. Οστεοπενία δεν σημαίνει ότι απαραίτητα χάνετε οστική μάζα, απλά μπορεί ανέκαθεν η οστική σας μάζα να ήταν χαμηλή. Δηλαδή για τον δικό σας οργανισμό η τιμή αυτή να είναι φυσιολογική. Η κατηγορία αυτή περιλαμβάνει άτομα με κληρονομικά χαμηλή οστική πυκνότητα ή με ιδιαίτερο σωματότυπο ή με συγκεκριμένα νοσήματα.

Σε περίπτωση οστεοπενίας πρέπει να γίνει και δεύτερη μέτρηση οστικής πυκνότητας. Ο ιατρός θα κάνει σύγκριση των δύο μετρήσεων και θα αξιολογήσει αν όντως υπάρχει απώλεια οστικής μάζας ή αν αυτή η τιμή που βρέθηκε στην πρώτη μέτρηση είναι σταθερή. Μερικές φορές ίσως χρειαστεί 2η και 3ημέτρηση, προκειμένου ο γιατρός να αποφασίσει αν χρειάζεστε ή όχι φαρμακευτική αγωγή.

 

ΠΡΟΛΗΨΗ ΟΣΤΕΟΠΟΡΩΣΗΣ

Διακρίνεται σε πρωτογενή και δευτερογενή πρόληψη.

Η πρωτογενής πρόληψη έχει στόχο:

  • Την απόκτηση του μέγιστου δυνατού επιπέδου κορυφαίας οστικής μάζας μέχρι την ηλικία των 25 ετών
  • Τη διατήρηση υψηλής κορυφαίας οστικής μάζας κατά την ηλικία των 25-45 ετών
  • Την ελαχιστοποίηση της οστικής απώλειας μετά την ηλικία των 45 ετών

Για να επιτευχθούν αυτοί οι στόχοι, η πρόληψη της οστεοπόρωσης πρέπει να αρχίζει από την παιδική και εφηβική ηλικία και να περιλαμβάνει:

  • Καθημερινή λήψη με την τροφή της απαραίτητης ανάλογα με το φύλο και την ηλικία ποσότητας ασβεστίου και βιταμίνης D.
  • Πρόγραμμα σωματικής άσκησης.
  • Ρύθμιση της ανεπάρκειας των οιστρογόνων σε περιπτώσεις πρόωρης εμμηνόπαυσης ή παρατεινόμενης αμηνόρροιας.
  • Διατήρηση κανονικού σωματικού βάρους (όχι πολύ χαμηλό βάρος).
  • Όχι κάπνισμα.
  • Όχι υπερκατανάλωση οινοπνευματωδών ποτών.

 

Η δευτερογενής πρόληψη περιλαμβάνει μέτρα που εφαρμόζονται όταν έχουν ξεκινήσει οι νοσογόνοι παθογενετικοί μηχανισμοί και έχει στόχο:

  • Την προσυμπτωματική διάγνωση (πριν συμβεί το κάταγμα)
  • Την εξουδετέρωση των τροποποιήσιμων παραγόντων κινδύνου για οστεοπόρωση
  • Τη μη εμφάνιση κλινικών εκδηλώσεων της πάθησης

Συνεπώς προϋπόθεση δευτερογενούς πρόληψης της οστεοπόρωσης είναι να διαγνωστεί η νόσος σε προκαταγματικό στάδιο. Αυτό είναι εφικτό μόνο με τη μέτρηση της οστικής πυκνότητας. Τα μέτρα για τη δευτερογενή πρόληψη της οστεοπόρωσης εμπίπτουν σε αυτά που χρησιμοποιούνται για τη θεραπευτική της αντιμετώπιση. Ο σχεδιασμός και η εφαρμογή των κατάλληλων μέτρων δευτερογενούς πρόληψης της οστεοπόρωσης καθορίζονται από το θεράποντα ιατρό και πρέπει πάντα να είναι εξατομικευμένα για τον κάθε ασθενή.

 

ΘΕΡΑΠΕΙΑ ΟΣΤΕΟΠΟΡΩΣΗΣ

Η θεραπεία της οστεοπόρωσης δεν μπορεί να πετύχει πλήρη αναπλήρωση της οστικής μάζας που έχει χαθεί, ενώ δε μπορεί και να αποκαταστήσει τη διαταραγμένη μικροαρχιτεκτονική δομή των οστών. Σε καμμία περίπτωση δεν μπορεί, επίσης, να αναιρέσει τις σοβαρές συνέπειες τυχόν οστεοπορωτικών καταγμάτων. Γι’ αυτό και έχει τόσο μεγάλη σημασία η πρωτογενής και η δευτερογενής πρόληψης της νόσου.

Με την κατάλληλη εφαρμογή των σύγχρονων θεραπευτικών δυνατοτήτων για την οστεοπόρωση μπορεί να επιτευχθούν:

  • Αναστολή περαιτέρω οστικής απώλειας
  • Σημαντική αύξηση της οστικής μάζας
  • Σημαντική μείωση του κινδύνου καταγμάτων.

Τα φάρμακα που χρησιμοποιούνται για τη θεραπευτική αντιμετώπιση της οστεοπόρωσης αναστέλλουν την οστική απορρόφηση και ενεργοποιούν την οστική ανακατασκευή. Τα συχνότερα χρησιμοποιούμενα σήμερα φάρμακα είναι:

  • Ασβέστιο
  • Βιταμίνη D
  • Διφωσφονικά
  • Καλσιτονίνη
  • Εκλεκτικοί τροποποιητές των υποδοχέων των οιστρογόνων
  • Οιστρογόνα
  • Στρόντιο
  • Παραθορμόνη

Το θεραπευτικό σχήμα που εφαρμόζεται σε ένα συγκεκριμένο ασθενή με οστεοπόρωση καθορίζεται από το θεράποντα γιατρό λαμβάνοντας υπόψιν τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του εκάστοτε ασθενούς και όλα τα κλινικά δεδομένα.

 

Επικοινωνήστε με τον Ορθοπαιδικό Χειρουργό κ. Προδρομίδη Απόστολο για να εκτιμήσει την κατάσταση σας και να προτείνει το καταλληλότερο θεραπευτικό πλάνο με βάση τα χαρακτηριστικά σας, τις ανάγκες σας και τις επιθυμίες σας.